Το μέλλον που δεν ήρθε ποτέ για την Άννα

ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Μια μικρή έφηβη που ονειρεύεται να γίνει συγγραφέας, στέκεται δίπλα σε έναν μικρό νεροχύτη και κοιτάζει στον καθρέφτη από πάνω της, όπου βλέπει μια πολύ ηλικιωμένη γυναίκα μπροστά από μια βιβλιοθήκη που της χαμογελά ευγενικά – είναι ένα πορτρέτο της Άννα Φρανκ όπως θα μπορούσε να είναι σήμερα, αν ζούσε, όπως το ζωγράφισε η Βρετανή καλλιτέχνιδα Fiona Graham-Mackay. Ο πίνακας αυτός βγαίνει σε δημοπρασία με την ευκαιρία των 90ών γενεθλίων της 15χρονης Εβραιοπούλας που έγινε διάσημη μετά τον θάνατό της σε Ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, χάρη στο Ημερολόγιο που κρατούσε, όσο κρυβόταν από τους Ναζί, μαζί με τους δικούς της και τέσσερις οικογενειακούς φίλους κατά τη διάρκεια της Ναζιστικής κατοχής  του Άμστερνταμ στην Ολλανδία. Στόχος της δημοπρασίας του πίνακα είναι να συγκεντρωθούν κεφάλαια για το φιλανθρωπικό ίδρυμα «Anne Frank Trust», που εδρεύει στο Λονδίνο και έχει αποστολή του την εκπαίδευση παιδιών εναντίον των προκαταλήψεων και της μισαλλοδοξίας. Η Άννα  γεννήθηκε στις 12 Ιουνίου 1929 και φέτος – πριν λίγες μέρες – θα γινόταν 90 ετών. «Είναι το μέλλον που δεν θα έχει ποτέ», όπως αναφέρθηκε εύστοχα στο ενημερωτικό πρόγραμμα Newsday του BBC, σε σχολιασμό του πίνακα αυτού.

Η σύντομη ζωή και ο θάνατός της Άννας Φρανκ με απασχόλησαν επανειλημμένα μέσα στα χρόνια και η τελευταία φορά ήταν τον Αύγουστο 2010 με αφορμή είδηση για τον θάνατο της μεγάλης καστανιάς στην αυλή που υψωνόταν μέχρι την κρύπτη της στο κτίριο όπου κρυβόταν για δύο χρόνια με την οικογένειά της. Είχαν τότε κυκλοφορήσει φωτογραφίες σε όλες τις μεγάλες ευρωπαϊκές και αμερικανικές εφημερίδες, με τον κορμό της γέρικης καστανιάς κομματιασμένο στο έδαφος, μοιραία κτυπημένο από καταιγίδα που είχε πλήξει εκείνες τις μέρες την ολλανδική πρωτεύουσα – το αιωνόβιο δέντρο, ηλικίας 150 χρόνων περίπου, ήταν ήδη καταφαγωμένο από μύκητες και σκόρο που για χρόνια απειλούσαν σοβαρά τη ζωή του.

Είχαμε περάσει κι εμείς με τα παιδιά κάτω από την καστανιά της Άννας Φρανκ, πριν ανέβουμε τη στενή σκάλα που οδηγεί στη σοφίτα της. Η Δάφνη ήταν μόνο τριών χρόνων και μου λέει πως θυμάται έντονα, την επίσκεψη στο χώρο…

Στο διάσημο Ημερολόγιό της, όπου η 13χρονη τότε, Άννα, κατέγραψε τις σκέψεις της (από το καλοκαίρι 1942 μέχρι το καλοκαίρι 1944), πριν συλληφθεί από τους Γερμανούς και σταλεί στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Μπέργκεν-Μπέλσεν όπου πέθανε από τύφο τον Φεβρουάριο 1945, ανέφερε την καστανιά της, τρεις φορές. Περίγραψε το ίδιο το δέντρο, αλλά και τη συναισθηματική σχέση που ανέπτυξε μαζί του.

«Σχεδόν κάθε πρωί πηγαίνω στο παράθυρο για να αναπνεύσω καθαρό αέρα από το αγαπημένο μου σημείο», έγραψε στις 23 Φεβρουαρίου 1944. «Απ’ εκεί κοιτάζω τον γαλάζιο ουρανό, τη γυμνή μου καστανιά και τα κλαδιά της όπου γυαλίζουν σταγόνες της βροχής, σαν ασημένιες, κοιτάζω τους γλάρους και τα άλλα πουλιά καθώς πετούν στον αέρα. Σκέφτομαι ότι ενόσω υπάρχει το δέντρο μου κι ενόσω ζω για να το βλέπω, όσο υπάρχει και διαρκεί το φως του ήλιου και ο καθαρός ουρανός, δεν μπορώ να είμαι δυστυχισμένη».

Ενώ, στις 18 Απριλίου 1944, είδε στο δέντρο, τα πρώτα σημάδια της άνοιξης. «Η καστανιά μας», έγραψε, «έχει ήδη πρασινίσει και μπορείς να δεις ακόμα και μικρά λουλούδια, εδώ κι εκεί».

Ο Όττο Φρανκ, πατέρας του κοριτσιού, που ήταν ο μόνος από την οικογένεια που επέζησε του Ολοκαυτώματος (από τύφο πέθαναν στο Μπέργκεν-Μπέλσεν πριν την Άννα, η μητέρα της και η αδελφή της Μαργκότ), περίγραψε, σε μια ομιλία του το 1968, την έκπληξη που δοκίμασε, διαβάζοντας στο Ημερολόγιο της κόρης του, τη σημασία του δέντρου αυτού, για την καλή ψυχική διάθεση της Άννας, εκείνα τα δύο χρόνια του φόβου, της αγωνίας και της σιωπής.

«Πώς μπορούσα να υποψιαστώ ότι για την Άννα, σήμαινε τόσο πολύ, ένα κομμάτι γαλάζιου ουρανού ή το πέταγμα των γερανών πέρα μακριά; Πώς μπορούσα να υποψιαστώ πόσο σημαντική ήταν η καστανιά γι’ αυτήν, αφού μέχρι τότε, γνώριζα ότι αδιαφορούσε εντελώς για τη φύση; Αλλά λαχταρούσε για τη φύση, ακριβώς όταν τη στερήθηκε και όταν ένιωθε σαν πουλί μέσα στο κλουβί. Έβρισκε ανακούφιση και παρηγοριά, μόνο όταν σκεφτόταν τη φύση, αλλά άφηνε για τον εαυτό της, τα συναισθήματά της».

Το 2005 οι υπεύθυνοι του μουσείου της Άννας Φρανκ άρχισαν να μαζεύουν και να φυλάνε καρπούς από το δέντρο για να αναπτύξουν φιντάνια, ώστε κομμάτια από αυτό, να κάνουν ρίζες και να βλαστήσουν και σε άλλα μέρη.

Τα νεαρά δενδρύλλια φυτεύτηκαν σε πολλές χώρες, σε πάρκα και σχολεία που φέρουν το όνομα της Άννας Φρανκ. Ένα από αυτά φυτεύτηκε στο Yad Vashem, το επίσημο μνημείο του Ολοκαυτώματος του Ισραήλ, στην Ιερουσαλήμ.

Το δέντρο έπαψε να υπάρχει, αλλά συνεχίζει να ζει μέσα από τα νεαρά μέρη του, που διασκορπίστηκαν στον κόσμο.

Και θα συνεχίσει να ζει, ενόσω οι άνθρωποι θα θυμούνται την Άννα Φρανκ και θα εμπνέονται από τη δίψα της για ζωή.

Από το ανυπότακτο πνεύμα της.

Από την ακατάβλητη επιθυμία της να είναι ελεύθερη, σαν την παλιά καστανιά, έξω απ’ το παράθυρο της φυλακής της.