Ο Δικαστής και ο Δημοσιογράφος

Του Μάριου Δημητρίου

Έβαλε τον πήχη ψηλά και είπε σκληρές αλήθειες, σκιαγραφώντας το καλό, αλλά και το…κακό πρότυπο του Δικαστή και του Δημοσιογράφου, ο Πρόεδρος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας Άγγελος Δαυίδ, μιλώντας τη Δευτέρα 23 Απριλίου 2018, στην ημερίδα με θέμα «Ο εκσυγχρονισμός του Κυπριακού Δικαίου», που οργάνωσε στην Πανεπιστημιούπολη, ο Νομικός Όμιλος του Πανεπιστημίου Κύπρου. Του παραχωρώ σήμερα τη στήλη, για το ακόλουθο απόσπασμα της σημαντικής τοποθέτησής του: «Το πρόσωπο του Δικαστή, εντός και εκτός της δικαστικής αίθουσας, η αντιμετώπιση της οποίας τυγχάνει ο κάθε πολίτης που εμφανίζεται ενώπιον των Δικαστηρίων από τον ίδιο τον Δικαστή και ο τρόπος χειρισμού των δικαστικών υποθέσεων από τον τελευταίο, έχει κατά την αντίληψή μου, τη σημασία και το ρόλο της, στην εικόνα που ο πολίτης σχηματίζει για το θεσμό, όχι μόνο των Δικαστηρίων ως οργανισμού αλλά και της Δικαιοσύνης, γενικότερα. Είναι γι’ αυτό το λόγο που ο Δικαστής έχει υποχρέωση, με τη συμπεριφορά και τις αποφάσεις του να κατακτά καθημερινά την εμπιστοσύνη και την εκτίμηση των πολιτών. Η κατάκτηση αυτή, είναι κατόρθωμα ήθους, επιμέλειας, επάρκειας, προσωπικής αξιοπρέπειας και ανεξαρτησίας ψυχής. Δικαστής ο οποίος επιτρέπει σε παράγοντες άλλους, ξένους προς το λειτούργημά του, να υπεισέρχονται και να τον επηρεάζουν, ευερέθιστος, αλαζονικός, παντελώς ξεκομμένος από τη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα, χωρίς να λαμβάνει τους παλμούς της και χωρίς διάθεση να ακούει τον πολίτη που καταφεύγει σε αυτόν, δίχως άλλο προσφέρει κακή υπηρεσία στην εικόνα της Δικαιοσύνης. Η εντύπωση που σχηματίζει ο πολίτης από τον τρόπο συμπεριφοράς και τις αντιδράσεις κάποιου Δικαστή, αντανακλά στο σύνολο του θεσμού και είναι σχεδόν αδύνατον να αναστραφεί. Η προάσπιση της νομιμότητας, ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου και η περιφρούρηση της ελευθερίας των πολιτών, αποτελούν το κατ’ εξοχή έργο του Δικαστή. Ο τελευταίος, έχοντας συνείδηση του υψηλού λειτουργήματος που υπηρετεί, σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να εγκύψει με αμεροληψία και ηρεμία, ευπρέπεια και ανθρωπισμό, ψυχραιμία, ανοχή και υπομονή, προσεγγίσεις συνδυαζόμενες με την κατά τεκμήριο ευρυμάθεια του, την εργατικότητα, την αποφασιστικότητα και την απαραίτητη δικαστική τόλμη, ιδιότητες αρμονικά συνυπάρχουσες με την αναμφισβήτητη και συνταγματικά κατοχυρωμένη ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, θα του επιτρέψουν να επιβάλει στο τέλος της ημέρας στην κοινωνική πραγματικότητα την επιθυμητή εικόνα των Δικαστηρίων και του θεσμού της Δικαιοσύνης γενικότερα. Το πρόσωπο του Δικαστή εξάλλου, ως παράγοντα που επενεργεί στη δημιουργία της εικόνας των Δικαστηρίων και της Δικαιοσύνης γενικότερα, δεν εξαντλείται μόνο την ώρα που ο Δικαστής βρίσκεται στην αίθουσα συνεδριάσεων και στον τρόπο που ασκεί τις εξουσίες που απορρέουν από το λειτούργημά του. Ο άνθρωπος, ο οποίος μέσα από νομικά θεσμοθετημένους μηχανισμούς και σώματα, έχει επιλεγεί από τους συμπολίτες του, να είναι ο τιμητής, πολλές φορές των πράξεων και παραλήψεών τους, οφείλει με τη συνολική στάση ζωής του, να κινείται στα ανώτατα επίπεδα αξιοπρέπειας και ευπρεπισμού, έχοντας πάντα κατά νου, ότι θα πρέπει να αποτελεί σημείο αναφοράς και παράδειγμα κοινωνικής συμπεριφοράς. Δικαστής, ο οποίος με πράξεις ή παραλείψεις, ασυμβίβαστες προς το αξίωμα το οποίο κατέχει, εκθέτει τον εαυτό του στα μάτια των συμπολιτών του, ταυτόχρονα θίγει και μειώνει το κύρος της Δικαιοσύνης γενικότερα. Ο αδιαμφισβήτητα κεντρικός ρόλος του Δικαστή στο όλο σύστημα απονομής της Δικαιοσύνης στη χώρα μας, όπως σε κάθε ευνομούμενη πολιτεία, καθιστούν κατά την αντίληψή μου, αναγκαία την εξεύρεση τρόπων και μηχανισμών προσέλκυσης στην δικαστική έδρα, προσώπων που να ικανοποιούν, στον ύψιστο δυνατό βαθμό, τα αναγκαία προς τούτο, χαρακτηριστικά. Η άρτια νομική κατάρτιση, σε συνδυασμό πάντα με το υψηλό επίπεδο αρχών, ήθους και πνευματικής ελευθερίας των Δικαστών, θα πρέπει να εξασφαλιστούν και να διαφυλαχθούν από την πολιτεία μας, ως κόρη οφθαλμού. Ταυτόχρονα, με δεδομένη την πολυπλοκότητα του σύγχρονου κοινωνικοοικονομικού γίγνεσθαι, όπως αυτό διαπλέκεται σε παγκόσμιο πλέον επίπεδο και την ταχύτητα που αυτό μετεξελίσσεται, αυταπόδεικτη είναι η ανάγκη για διαρκή και ουσιαστική επιμόρφωση των Δικαστών.

Στη σύγχρονη εποχή, την εποχή της πληροφορικής όπως αποκαλείται, η «τέταρτη εξουσία», (μέσα μαζικής ενημέρωσης, έντυπα και ηλεκτρονικά), έχει ασφαλώς την τιμητική της. Ο πολίτης, χωρίς να έχει το χρόνο να ασχοληθεί σε βάθος για τα θέματα τα οποία πληροφορείται, στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, αρκείται στη συγκράτηση και αποτύπωση βαρύγδουπων και ενίοτε ευρηματικών τίτλων. Πραγματικά, δεν είναι λίγες οι φορές, όπου, στην καλύτερη περίπτωση παραπληροφορημένοι και στη χειρότερη, ημιμαθείς ή παντελώς αδαείς με το αντικείμενο της Νομικής επιστήμης και τον τρόπο απονομής της Δικαιοσύνης, δημοσιογράφοι, στην αγωνία τους για εξεύρεση είδησης, ικανής να ερεθίσει την προσοχή του κοινού, ή θέλοντας να καταστήσουν την είδηση και την ιστορία που γλαφυρά περιγράφουν, πιο συναρπαστική, μεταφέρουν παντελώς λανθασμένη εικόνα για τα τεκταινόμενα στο χώρο. Το χειρότερο δε σενάριο, είναι να μεταφέρουν ειδήσεις από το χώρο των Δικαστηρίων, κατά τρόπο που οι ίδιοι επιθυμούν, εξυπηρετώντας ίσως, άγνωστες σκοπιμότητες. Αποτελεί ασφαλώς κοινό τόπο, ότι η ανεξαρτησία των Δικαστηρίων, δεν εμποδίζει την κριτική των δικαστικών αποφάσεων και τον έλεγχό τους. Θα υποστήριζα μάλιστα, σθεναρά, ότι ως αντίβαρο, την επιβάλλει. Ούτε καν οι δυσάρεστες ή δυσμενείς για την δικαστική αρχή, διαπιστώσεις. Η Δικαιοσύνη και ο δικαστικός λόγος, δεν έχει, ούτε μπορεί να έχει ασυλία, έναντι της κρητικής των έργων και των μερών της. Δυστυχώς όμως, η εξαχρείωση, πραγματικά, μέσων μαζικής ενημέρωσης, σε κάποιες περιπτώσεις, έντυπων και ηλεκτρονικών, τα οποία θηρεύοντας εντυπώσεις, εκμεταλλευόμενα άλλοτε φυσιολογικές και άλλοτε τεχνικές διεγέρσεις του ενδιαφέροντος του κοινωνικού συνόλου, κολακεύοντας πολλές φορές επιτήδεια τα χειρότερα ένστικτα ενός πρόσφορου αναγνωστικού κοινού, στο βωμό της αυξημένης τηλεθέασης ή ακρόασης, ή ακόμη χειρότερα, προς εξυπηρέτηση ιδιοτελών σκοπών και στόχων, δεν διστάζουν, όχι να κρίνουν και να κατακρίνουν κατά τρόπο θεμιτό, αλλά με διάφορους τρόπους, να διαστρεβλώνουν, να ονειδίζουν και να διασύρουν κατ’ ουσία, τον δικαστικό λόγο, προσβάλλοντας και μειώνοντας στο τέλος της ημέρας, το κύρος της Δικαιοσύνης. Η επιδίωξη νομοθετικής ρύθμισης του ζητήματος, με τη θέσπιση περιορισμών και κυρώσεων, σε συνεργασία πάντα με την Αρχή Ραδιοτηλεόρασης, την Ένωση Συντακτών, το Δικηγορικό Σώμα και πιθανόν άλλους εμπλεκόμενους φορείς και οργανωμένα σύνολα, δεν θα πρέπει να μας αφήνει παντελώς αδιάφορους, στις περιπτώσεις εσκεμμένης παραπληροφόρησης και «κριτικής», που αποδεδειγμένα μετατρέπεται σε κακόβουλη περιύβριση. Σπεύδω να σημειώσω το αυτονόητο. Ότι δηλαδή, οποιαδήποτε ρύθμιση, θα πρέπει να γίνει εντός του ευρύτατου και φιλελεύθερου πνεύματος των συνταγματικών διατάξεων, που κατοχυρώνουν την ελευθερία του ατόμου, την ελευθερία της έκφρασης και του λόγου, ως επίσης των διεθνών συμβάσεων για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου».

Φωτό: Στιγμιότυπο από την ημερίδα της 23ης Απριλίου 2018 στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.