Μια βόλτα στη De Wallen του Άμστερνταμ  

Του Μάριου Δημητρίου

Μια νοερή βόλτα στη De Wallen, τη γειτονιά του Άμστερνταμ με τα κόκκινα φώτα και τις βιτρίνες με τις εκδιδόμενες γυναίκες, πάμε σήμερα με οδηγό την Αγγλίδα συγγραφέα και δημοσιογράφο Julie Bindel. Και με πυξίδα το πρόσφατα εκδοθέν (2017) βιβλίο της, «The pimping of prostitution – καταρρίπτοντας το μύθο της πορνείας, ως εργασίας», όπου περιγράφει την πορνεία, ως μορφή βίας κατά των γυναικών και ως καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους και όπου αναπτύσσει την εναντίωσή της στη νομιμοποίηση της σεξουαλικής εκμετάλλευσης των γυναικών και των κοριτσιών. Το βιβλίο που η συγγραφέας παρουσίασε την Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2018, σε εκδήλωση στο Σπίτι της Ευρώπης στη Λευκωσία, μετά από πρόσκληση της μη κυβερνητικής οργάνωσης Μεσογειακό Ινστιτούτο Μελετών Κοινωνικού Φύλου (MIGS), είναι βασισμένο σε περίπου 250 συνεντεύξεις, που η Julie Bindel πήρε ταξιδεύοντας σε 40 χώρες, πόλεις και Πολιτείες και μιλώντας με θύματα πορνείας, ακτιβιστές υπεράσπισης εκδιδόμενων γυναικών, σωματέμπορους, πελάτες της πορνείας, ιδιοκτήτες οίκων ανοχής, ομάδες λεσβιών και ομοφυλοφίλων, αστυνομικούς και φεμινιστές κατά της πορνείας.

Να σημειώσω αρχικά την προσφώνηση της  Σουσάνας Παύλου, Διευθύντριας του MIGS, που είπε στην εκδήλωση ότι «ενόσω υπάρχει στον κόσμο η πορνεία και το σωματεμπόριο κι ενόσω το σώμα της γυναίκας χρησιμοποιείται ως εμπόρευμα, δεν θα υπάρξει ισότητα μεταξύ αντρών και γυναικών», ανοίγοντας τη συζήτηση. «Γι’ αυτό», πρόσθεσε, «είμαστε ένθερμοι υποστηρικτές του «Σκανδιναβικού μοντέλου» που εφαρμόζεται στη Σουηδία και που αφορά την αποποινικοποίηση των γυναικών στην πορνεία, τη στήριξη και την έξοδό τους από αυτή, ενώ ταυτόχρονα, ποινικοποιεί τη ζήτηση, δηλαδή τους πελάτες της πορνείας».

Σύμφωνα με την Αγγλίδα δημοσιογράφο, κάποιοι «προοδευτικοί», παρουσιάζουν τις «εργαζόμενες» στην πορνεία και το σωματεμπόριο, να ισχυρίζονται ότι επιλέγουν να πουλούν σεξ και ότι απολαμβάνουν τη «δουλειά» τους, πράγμα που είναι πολύ μακριά από την πραγματικότητα. «Πίσω από την πορνεία, είναι η πατριαρχία», τόνισε. «Γνωρίζουμε ότι αν τερματίσουμε αύριο την πατριαρχία και οι γυναίκες είναι πια ίσες με τους άντρες, το εμπόριο του σεξ θα μείνει χωρίς οξυγόνο. Αυτό δεν είναι ένα ουδέτερο θέμα, όσον αφορά τα φύλα – είναι ένα ζήτημα ισχύος των αντρών, σε βάρος των γυναικών και των κοριτσιών. Και ναι, υπάρχουν και άντρες θύματα της πορνείας – και αυτοί που τους εκπορνεύουν, είναι άντρες…Η πορνεία λοιπόν, είναι έργο των αντρών και οι άντρες μπορούν εύκολα να τη σταματήσουν. Αν ρωτήσεις πολίτες που δεν ξέρουν πολλά για την πορνεία, τι πρέπει να γίνει για να λυθούν τα προβλήματα που συνδέονται με την πορνεία, θα σου πουν οι περισσότεροι, «νομιμοποίησέ την, για να γίνει πιο ασφαλής για τις γυναίκες». Θα σου πουν, ότι αυτό διδάσκει το παράδειγμα της Ολλανδίας, όπου οι εκδιδόμενες γυναίκες υποβάλλονται σε ελέγχους υγείας και όπου νομιμοποιήθηκε η πορνεία σε οίκους ανοχής και αποποινικοποιήθηκε η πορνεία «του δρόμου». Όμως αυτό υπήρξε μια καταστροφή και έγινε το αντίθετο, από αυτό που περίμενε η κυβέρνηση της Ολλανδίας».

Η Julie Bindel μεταφέρει στο βιβλίο της, τη συνέντευξη που πήρε το 2012 από τις δίδυμες αδελφές Louise και Martine Fokkens, τις μεγαλύτερες σε ηλικία ιερόδουλες της Ολλανδίας, που εκδίδονται για περισσότερα από 50 χρόνια στο Άμστερνταμ. «Παρόλο που η νομιμοποίηση της πορνείας, ήταν υποτίθεται για το καλό των εκδιδόμενων γυναικών, οι δύο αδελφές, μου είπαν ότι έμειναν στην περιοχή ελάχιστες Ολλανδές και ότι δεν υπάρχει πια το παλιό πνεύμα της αλληλεγγύης», γράφει η Αγγλίδα συγγραφέας και συνεχίζει: «Μου είπαν οι δύο αδελφές, ότι «δεν υπάρχει λόγος να εργάζεσαι, απλώς για να πληρώνεις φόρους. Γι’ αυτό τα κορίτσια δουλεύουν μέσω του διαδικτύου και από το σπίτι τους – έτσι είναι λιγότερο πιθανό να εντοπισθούν από τον φοροθέτη. Οι γύπες, οι οργανωμένοι εγκληματίες, ήρθαν στην περιοχή το 2000, με τη νομιμοποίηση». Αναφέρει στο βιβλίο και τα εξής, η Julie Bindel: «Καθώς περπατώ στην πόλη με τις δίδυμες, ομάδες αντρών τις σταματούν και θέλουν να φωτογραφηθούν μαζί τους. Και οι δύο γυναίκες που εξαναγκάστηκαν από βίαιους άντρες να ασκήσουν την πορνεία, είναι αντικείμενα διασκέδασης. Η Louise, πριν εγκαταλείψει τον άντρα της, όταν ήταν 20 χρόνων, είχε ξυλοκοπηθεί πολύ συχνά από αυτόν, ενώ και η Martine γνώρισε την ενδοοικογενειακή βία».

Όπως επισημαίνει η συγγραφέας, «για χρόνια οι Ολλανδοί υποστήριζαν ότι η νομιμοποίηση των οίκων ανοχής, θα είναι μια λύση στα πολλά προβλήματα που σχετίζονται με το εμπόριο του σεξ, αφού θα γίνει η πορνεία, μια δουλειά όπως οι άλλες. Πίστευαν ότι από τη στιγμή που οι γυναίκες θα απελευθερώνονταν από τον υπόκοσμο, οι εγκληματίες θα εξαφανίζονταν. Από το 2000, τα νόμιμα πια, μπουρδέλα της De Wallen, της γειτονιάς του Άμστερνταμ με τα κόκκινα φώτα και τις βιτρίνες με τις εκδιδόμενες γυναίκες, έγιναν πόλος έλξης για πελάτες από όλο τον κόσμο. Αλλά το 2007, ο τότε Δήμαρχος του Άμστερνταμ Job Cohen, παραδέχτηκε ότι η νομιμοποίηση, απέτυχε το στόχο της. «Θα θέλαμε να το αλλάξουμε αυτό», είπε αναφερόμενος κυρίως στην εκμετάλλευση των γυναικών, στο εμπόριο του σεξ. Τελευταία, δεχόμαστε ολοένα και περισσότερες πληροφορίες ότι η κακομεταχείριση σε βάρος των γυναικών, συνεχίζεται». Σήμερα, πολλοί στην Ολλανδία, πολιτικοί, η Αστυνομία, απλοί πολίτες και εκδιδόμενες γυναίκες, παραδέχονται ότι η νομιμοποίηση της πορνείας, ήταν μια τεράστια αποτυχία. Κόντρα στις κυβερνητικές υποσχέσεις, αυξήθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό το σωματεμπόριο (human trafficking), συνεχίζεται η άγρα πελατών στους δρόμους, ενώ εξακολουθεί να ευημερεί η «δουλειά» των προαγωγών που πουλούν γυναίκες και των εμπόρων ναρκωτικών. Είπε το 2005 η Karina Schaapman, πρώην ιερόδουλη και τότε δημοτική σύμβουλος στον Δήμο του Άμστερνταμ: «Η νομιμοποίηση της πορνείας, ήταν διαμορφωμένη από την εξιδανικευμένη εικόνα μιας πόρνης που θα είχε δικαιώματα και καλύτερες συνθήκες εργασίας. Αλλά η ιδέα αυτή, αποδείχτηκε λανθασμένη. Τα δύο τρίτα των εκδιδόμενων γυναικών στο Άμστερνταμ είναι αλλοδαπές, πολλές από τις οποίες παράνομες, ενώ κανένας δεν τις καταγράφει. Η Αστυνομία της πόλης, έχει φακελωμένους 76 βίαιους σωματέμπορους που δουλεύουν στη De Wallen και που στέκονται στη γωνία, μετρώντας τους πελάτες που επισκέπτονται τις γυναίκες «τους».

Σύμφωνα με τη Julie Bindel, τα στοιχεία της αποτυχίας της νομιμοποίησης και της αποποινικοποίησης της πορνείας, είναι ξεκάθαρα, διεθνώς. Αναφέρει ότι εκτός από την Ολλανδία, επισκέφθηκε οίκους ανοχής και περιοχές «ελευθερίων ηθών» στην Αυστραλία, τη Γερμανία, την Αυστρία, τη Βόρεια Αμερική και τη Νέα Ζηλανδία και πήρε συνεντεύξεις από εκδιδόμενες γυναίκες, αστυνομικούς, σωματέμπορους και ακτιβιστές υπεράσπισης της νομιμοποίησης της πορνείας. Όπως γράφει, «σε όλες τις περιπτώσεις, η νομιμοποίηση υπήρξε μια καταστροφή, γιατί κάτω από αυτές τις συνθήκες, αυξήθηκε η ζήτηση πληρωμένου σεξ, αυξήθηκε το σωματεμπόριο γυναικών και κοριτσιών και μεγάλωσε ο τομέας των παράνομων οίκων ανοχής. Ταυτόχρονα, δεν υπάρχουν στοιχεία, για μείωση της βίας, των περιστατικών Aids, ή των φόνων γυναικών, στις περιπτώσεις νομιμοποίησης, αλλά αντιθέτως, υπάρχουν τεκμήρια ότι τα δικαιώματα και οι ελευθερίες, που υποσχέθηκαν οι ομάδες πίεσης υπέρ της νομιμοποίησης, μεταφέρθηκαν όχι στις εκδιδόμενες γυναίκες, αλλά στους ιδιοκτήτες των οίκων ανοχής και στους πελάτες του σεξ». Η συγγραφέας μεταφέρει την άποψη της Αμερικανίδας πρώην ιερόδουλης Evelina Giobbe, για τα προβλήματα των νόμιμων οίκων ανοχής: «Η Νεβάδα είναι η μοναδική Πολιτεία στις ΗΠΑ, με νόμιμους οίκους ανοχής. Κι όμως εκεί, κυριαρχούν προβλήματα όπως ο μεγάλος αριθμός των πελατών που βλέπουν οι γυναίκες, η καταπάτηση του δικαιώματός τους να δέχονται τους πελάτες που οι ίδιες θέλουν και η καταπάτηση του δικαιώματός τους να προσέχουν την υγεία τους, αφού είναι αναγκασμένες να δέχονται πελάτες χωρίς προφυλακτικό. Με λίγα λόγια, οι γυναίκες είναι  αντικείμενα οικονομικής εκμετάλλευσης, όχι μόνο από τους σωματέμπορους, αλλά και από τους ιδιοκτήτες των οίκων ανοχής».

Στιγμιότυπο από τη γειτονιά του Άμστερνταμ με τα κόκκινα φώτα και τις βιτρίνες του πληρωμένου σεξ.

Φωτό: Οι 75χρονες δίδυμες αδελφές Louise και Martine Fokkens, οι μεγαλύτερες σε ηλικία Ολλανδές ιερόδουλες, που εκδίδονται για περισσότερα από 50 χρόνια, στη De Wallen, τη γειτονιά με τα κόκκινα φώτα του Άμστερνταμ. Είναι μητέρες τριών και τεσσάρων παιδιών, αντίστοιχα.  Ήταν από τις πρώτες που άνοιξαν τον δικό τους οίκο ανοχής στην πόλη και υποστηρίζουν ότι έκαναν σεξ με 355 χιλιάδες άντρες. Αφυπηρέτησαν πρόσφατα και άλλαξαν εργασία, προσφέροντας υπηρεσίες ξεναγών, στους τουρίστες που επισκέπτονται τη De Wallen.